Κι ενώ βρισκόμουν στο δρόμο για το ξενοδοχείο – η πτήση μας ήταν στις 21 του μηνός – το άγχος, οι ευθύνες, η πίεση παραχωρούσαν σιγά-σιγά τη θέση τους στην ηρεμία, στη χαλάρωση, στη ξενοιασιά, που τόσο μου έλειψαν όλους αυτούς τους μήνες, για διαφόρους λόγους, και που τόσο πολύ είχα ανάγκη για να έρθω στα «ίσια» μου.
Την ίδια στιγμή ήρθαν στο μυαλό μου οι μορφές των παιδιών μου και της γυναίκας μου που τόσο μου έλειψαν. Σκεφτόμουν πως θα ήταν μετά από 5 μήνες, που επιτέλους, θα τους ξανασυναντούσα. Θα έχουν αλλάξει; Θα είναι πιο όμορφοι, πιο άσχημοι, θα είναι αδύνατοι, θα έχουν παχύνει, θα έχουν γεράσει; Μόνιμες απορίες και ερωτήσεις κάθε φορά που ξεμπαρκάρω. Ο ναυτικός φαντάζεται σε αυτές τις περιπτώσεις, δεν έχει εικόνες από το παρόν. Ζει με τις αναμνήσεις του.
Οι σκέψεις αυτές «πέταξαν» μακρυά όταν φτάσαμε στο ξενοδοχείο «Marriott» Tampa Westshore.Με τον πράκτορα δώσαμε ραντεβού για την άλλη μέρα στις 10 το πρωί. Η πτήση ήταν για τις 12:20 το μεσημέρι.
Η ευγενική ρεσεπσιονίστ μας τακτοποίησε, μας έδωσε τις ηλεκτρονικές κάρτες-κλειδιά των δωματίων, ευχήθηκε και στους δύο καλή παραμονή και μας προειδοποίησε ότι το κάπνισμα απαγορεύεται ακόμη και στα δωμάτια.
Η παραβίαση του νόμου σήμαινε βαρύτατο πρόστιμο!
Ο... θεριακλής μαστρο-Γιώργης πήγε να πάθει συγκοπή αλλά συμμορφώθηκε. Οι πολυθρόνες στην είσοδο του ξενοδοχείου – φωτογραφία – έγιναν το στέκι του.
Γελάω όταν ακούω στην Ελλάδα να ομιλούν για ευνομούμενο κράτος. Όταν οι νόμοι δεν εφαρμόζονται στην Ψωροκώσταινα. Πότε όμως θα πάψει να συμβαίνει αυτό; Πότε θα αρχίσουμε να τους τηρούμε; Πότε θα πάψουμε να τους εφαρμόζουμε όταν τους επιτάσσει μόνο το προσωπικό μας συμφέρον; Πότε θα πάψουμε να συντάσσουμε νόμους που δεν έχουν εφαρμογή στη χώρα μας; Πότε θα πάψουμε να θεωρούμε ηλίθιους ΟΛΟΥΣ τους άλλους λαούς επειδή δεν ακολουθούν τη δικιά μας πορεία και μαγκιά;
Ανέβηκα στο δωμάτιο και έπεσα για ύπνο. Είχα να κοιμηθώ 36 ώρες!
Στις 7 το απόγευμα με ξύπνησε το κουδούνισμα του τηλεφώνου. Ο μαστρο-Γιώργης χορτασμένος από ύπνο – είχε κοιμηθεί κανονικά το τελευταίο βράδυ στο καράβι – ήθελε παρέα.
Στο πρόγραμμα υπήρχε μια βόλτα στην γύρω από το ξενοδοχείο περιοχή και το εστιατόριο «OUTBACK STEAKHOUSE» της Tampa για ένα ακόμα πλούσιο δείπνο και το κυριότερο χωρίς να έχουμε το μυαλό μας στο βαπόρι.
Έτσι κι έγινε. Με περίμενε εκτός ξενοδοχείου, στο «υπαίθριο καπνιστήριο».
Αρχίσαμε τη βόλτα μας στην πόλη που αν και πολύ νωρίς ήταν έρημη. Στην Αμερική αν δεν έχεις αυτοκίνητο είσαι χαμένος άνθρωπος. Κανένας δεν περπατάει και οι αποστάσεις πολύ μεγάλες. Η βόλτα μας κράτησε γύρω στη μισή ώρα και γυρνώντας στο ξενοδοχείο παραγγείλαμε ταξί.
Δεκαπέντε λεπτά αναμονής και το ταξί εμφανίστηκε. Η απόσταση μέχρι το εστιατόριο 5 μίλια, περίπου 7,5 χιλιόμετρα. Οι δρόμοι άδειοι! Φτάσαμε σε δέκα λεπτά, σχεδόν υπό μηδενική κυκλοφορία. Πληρώσαμε 9 δολάρια, 6 ευρώ περίπου. Φτηνό το ταξί στην Αμερική!
Στην υποδοχή μια ευγενική κοπέλα μας καλωσόρισε και μας οδήγησε στο τραπέζι μας.
Σε λίγο μία εξ΄ίσου ευγενική γκαρσόνα μας έφερε το μενού. Ήταν μια μιγάδα, ένωση Ταϊλανδός με Αμερικάνα, όπως αργότερα απάντησε σε ερώτησή μας.
Τι θα φάτε και τι θα πιείτε; Της ζητήσαμε να αποφασίσει εκείνη για μας. Οι επιλογές της ήταν εξαιρετικές, που για να πούμε και του στραβού το δίκιο δεν οφείλονταν στην ίδια, αλλά, για άλλη μια φορά, στην ποιότητα της κουζίνας του εστιατορίου.
Φάγαμε καλά – το τελευταίο γεύμα εκτός πατρίδας – ήπιαμε και από ένα... ποτήρι μπύρα (δηλαδή τι ποτήρι περισσότερο για βαρελάκι έμοιαζε), χαλαρή κουβέντα και καλαμπουράκι. Μοναδικό πρόβλημα πάλι το τσιγάρο του μαστρο-Γιώργη. Πήγαινε κι ερχόταν. Μέσα-έξω, μέσα-έξω...
Λίγο πριν τις 12 ένα άλλο ταξί μας πήρε για την επιστροφή στο ξενοδοχείο.
Είχαμε πιάσει την κουβέντα όταν ο οδηγός μας ρώτησε:
- Ιταλοί είστε;
- Όχι. Μοιάζουν αυτά που ακούς με Ιταλικά;
- Όχι ακριβώς αλλά κάτι τέτοιο μου θυμίζει. Από που είστε; μας ξαναρώτησε.
- Έλληνες είμαστε.
- Εγώ είμαι Παλαιστίνιος!!!
Η φωνή του είχε αλλάξει. Είχε χαρεί που είχε συναντήσει ανθρώπους από μια χώρα φίλη προς τη δική του. Συνέχισε να μιλάει για το πόσο οι Παλαιστίνιοι αγαπούν τους Έλληνες, ότι η οικογένειά του βρίσκεται κι αυτή στην Αμερική και ότι κατάγεται από τη Ραμάλα.
Ρωτήσαμε αν έχουν μείνει δικοί του πίσω στην Παλαιστίνη. Μας απάντησε καταφατικά και πως έχουν σκοπό κι αυτοί να φύγουν από το καταραμένο μέρος.
Στην ερώτησή μου τι περιμένει να συμβεί στο μέλλον στην Παλαιστίνη μου απάντησε: ΤΙΠΟΤΑ. Η κατάσταση θα συνεχίσει να είναι ίδια. Δεν πρόκειται να υπάρξει λύση.
Με βρήκε απολύτως σύμφωνο.
«Εντούτοις προτίμησες και ήρθες να ζήσεις σε μια χώρα που φέρει μεγάλη ευθύνη για το κακό που έχει βρει τον τόπο σου», του είπα.
Η απάντησή του αφοπλιστική: «Έχεις να προτείνεις τίποτα καλύτερο;»
Τι να έλεγα; Δεν απάντησα...
Φτάσαμε στο ξενοδοχείο.
Το ταξίμετρο έγραψε ξανά 9 δολάρια,του δώσαμε 12.
Κάναμε στάση στο «υπαίθριο καπνιστήριο» για να φουμάρει ο φίλος μου.
Αυτή η στάση έξω απ΄το ξενοδοχείο μου έδωσε την ευκαιρία για μία ακόμα φωτογραφία που αποτυπώνει την υπερβολή, το κιτς, τη γελοιότητα που καλά κρατούν σ΄αυτή τη χώρα.
Ώρες –ώρες δεν παίζονται οι Αμερικάνοι.
Πήγαμε για ύπνο. Η επόμενη μέρα, της επιστροφής, θα ήταν μεγάλη και κουραστική.
Συνεχίζεται...
Chrisgio
Chrisgio