Δευτέρα 21 Ιανουαρίου 2019

«Γεια σου Maverick Guardian»

Η 26η Νοεμβρίου 2014 ήταν η μέρα άφιξης του νέου πλοιάρχου. Έφτασε πρωί-πρωί κατ’ ευθείαν από άλλο καράβι της εταιρείας που πριν 2-3 μέρες πουλήθηκε κάπου στην Κίνα.

Για μας τους ναυτικούς όταν ακούμε για πωλήσεις δεν αισθανόμαστε καλά και μάλιστα όταν πρόκειται για μια εταιρεία που έχει στόχο την διεύρυνσή της. Κάτι δεν μου κάθισε καλά μέσα μου…

«Ένστικτο που αντιλαμβάνεται το κακό;»
«Ένστικτο που κάνει λάθος;»
«Οικονομικά προβλήματα; Πιθανόν!»
«Μεγάλη, συμφέρουσα τιμή πώλησης; Κι αυτό πιθανόν»
«Γιατί μειώνεται ο στόλος αντί να αυξάνεται;»
Ερωτηματικά που έχουν βάση!
Τις απαντήσεις θα δώσει ο χρόνος!

Είχαμε μπροστά μας τρεις μέρες, έναν αρκετά καλό χρόνο για μια ήρεμη και πλήρη παράδοση/παραλαβή πλοιαρχίας όπως κι έγινε. Εγώ έπρεπε να πετάξω στις 29.
Είπαμε πολλά, γράψαμε άλλα τόσα, μιλήσαμε για δουλειές που έγιναν, δουλειές που δεν έγιναν, δουλειές που είχαν δρομολογηθεί, υπολογίσαμε, υπογράψαμε και σφραγίσαμε χαρτιά… πολλά χαρτιά… και το πρωί της 29ης Νοεμβρίου 2014, γύρω στις 10, ημέρα Σάββατο, έπαψα να είναι ο πλοίαρχος του MV Maverick Guardian. Η πλοιαρχία είχε περάσει σε άλλον.
Έχω την αίσθηση ότι αν ο πλοίαρχος ζυγιστεί λίγο πριν και λίγο μετά την παράδοση θα αποδειχθεί ότι το «μετά» θα είναι ελαφρύτερο από το «πριν». Μεγάλο το βάρος της ευθύνης, ασήκωτο πολλές φορές!
Είχα μερικές ώρες μπροστά μου να ετοιμαστώ. Να μαζέψω τα υπάρχοντά μου, να φτιάξω τις βαλίτσες μου. Κλείστηκα στο υπνοδωμάτιο και έβαλα στη σειρά σαν στρατιωτάκια έτοιμα για επίθεση, ρούχα, εσώρουχα, κάλτσες, παπούτσια, βιβλία...
Αν σε κάτι είμαστε experts εμείς οι ναυτικοί είναι η ταχύτητα που ετοιμαζόμαστε, πως τακτοποιούμε τις βαλίτσες μας, είτε την ώρα του μπάρκου είτε του ξεμπάρκου. Κάτω τα χοντρά, πάνω τα ‘λαφριά, ανάμεσά τους ευαίσθητα και εύθραυστα, στις γωνιές αυτά που πιθανολογείς ότι μπορεί να χρειαστείς κατά το ταξίδι για να τα βρίσκεις εύκολα και άλλα τέτοια travel tips.

Είχε πάει δώδεκα το μεσημέρι και είχα τελειώσει. Κατέβηκα στην τραπεζαρία για το τελευταίο επί του πλοίου γεύμα και επέστρεψα στο δωμάτιο για το τελευταίο μπάνιο. Ότι έκανα αυτές τις τελευταίες ώρες τα έκανα για… τελευταία φορά. Ήμουν έτοιμος, μετρούσα λεπτά!
Κάθισα για… τελευταία φορά στο γραφείο του καπετάνιου έφερα μια βόλτα την περιστρεφόμενη πολυθρόνα και σηκώθηκα σχεδόν αμέσως.
Έπιασα τα πράγματά μου, 1 βαλίτσα, 1 σάκο και 1 χειραποσκευή, τα έβγαλα στον αλουέ (διάδρομο). Γύρισα και κάθισα στον καναπέ.
Στις 3 το απόγευμα το τηλέφωνο χτύπησε. Ο αξιωματικός φυλακής μας ενημέρωσε.
«Το ταξί περιμένει στην πύλη»

Αγκαλιαστήκαμε με τον νέο καπετάνιο, σφίξαμε τα χέρια κι ευχηθήκαμε ο ένας τον άλλον τα καλύτερα, «καλά ταξίδια», «καλή πατρίδα». Κρύψαμε κάποιο δάκρυ γυρνώντας την πλάτη ο ένας στον άλλον και χαθήκαμε, ο ένας στο δωμάτιο κι ο άλλος, εγώ, κατεβαίνοντας τις σκάλες ακολουθώντας τους ναύτες που κατέβαζαν στο μόλο τις αποσκευές μου.
Κατεβαίνοντας τη σκάλα του πλοίου κάθε φορά που ξεμπαρκάρω, αν και το ευλογημένο «νόστιμον ήμαρ» είναι στιγμές χαράς, με πιάνει μια σύντομη μελαγχολία. Δεν είναι λίγο διάστημα οι 7 μήνες και 19 μέρες. Κομμάτι ζωής που άφηνα πίσω πάνω σ’ αυτόν τον σιδερένιο γίγαντα που, ΝΑΙ, έχει ζωή. Βουβός κι αυτός σαν να ‘κλαιγε το χωρισμό μας!

Πάτησα την προβλήτα και είδα πάλι την απόσταση που με χώριζε απ’ το ταξί. Οι συγκινήσεις είχαν μείνει ξαφνικά πίσω. Η ζωή δεν περιμένει, έπρεπε να συνεχίσω να την κυνηγάω. Στο μυαλό μου τα ταξίδια που με περιμένουν. 

Lumut – Kuala Lumpur (ταξί)
Kuala Lumpur – Dubai (αεροπλάνο)
Dubai – Αθήνα (αεροπλάνο)
Αθήνα – Βόλος(ταξί)

Οι επόμενες 2 μέρες θα είναι πολύ κουραστικές. Παστωμένος σε κάποιο κάθισμα αεροπλάνου της οικονομικής θέσης ή αναμένοντας ξάγρυπνος το επόμενο αεροπλάνο σε κάποιο καφέ του αεροδρομίου του Dubai.
Φτάνοντας στην πλώρη του πλοίου κοντοστάθηκα και τράβηξα την τελευταία μας φωτογραφία. Οι δυο μας! Εγώ και το Maverick Guardian! Είχα την αίσθηση ότι πάλευε να σκύψει να μ’ ακουμπήσει να μ’ αγκαλιάσει. Κλαίγαμε σιωπηλά!

Γύρισα και κοίταξα το όνομά του. «Γεια σου Guardian», ψιθύρισα κοιτώντας γύρω μου μη μ’ ακούσει κανείς και με περάσει για τρελό. Είμαι σίγουρος ότι κάτι ανάλογο ψιθύρισε κι εκείνο αν και δεν το άκουσα με τ’ αυτιά μου. Η ψυχή μου όμως τ’ άκουσε…

Οι δύο Φιλιππίνοι ναύτες με τον έλληνα δόκιμο μηχανής δεν μ’ άφησαν να κουβαλήσω βαλίτσες. Τις πήγαν μέχρι το ταξί. Τις έβαλαν στο πορτ-μπαγκάζ με χαιρέτησαν και πήραν το δρόμο προς το καράβι.

Πριν μπω στο αυτοκίνητο είχα μια σύντομη κουβέντα με τον δόκιμο. Του ευχήθηκα καλά ταξίδια και αφού διάλεξε αυτό το δύσκολο επάγγελμα, καλή σταδιοδρομία.
«Προσπάθησε μόνο να μη σε αλλοτριώσει η θάλασσα και οι άνθρωποί της που κι αυτοί αλλοτριώθηκαν χρόνια πριν» 
Δεν ξέρω αν κι εγώ έχω χάσει τον εαυτό μου, δεν το καταλαβαίνω, αλλά θέλω να πιστεύω ότι μου έχουν απομείνει ακόμα αισθήματα, συναισθήματα, δάκρυα, χαρά, λύπη, πόνος, χιούμορ... Ίσως κάποιες φορές να τα χάνω όλα αυτά εν ώρα εργασίας, ευθύνης, πίεσης, αλλά δεν έχουν χαθεί απ’ την ψυχή μου, ηρεμώ, συνέρχομαι και ξαναγίνομαι κανονικός άνθρωπος!
Ο δόκιμος πήρε το δρόμο προς το καράβι. Σήκωσα το βλέμμα μου και είδα ξανά για τελευταία φορά, ανάμεσα στην τροπική βλάστηση, τη πλώρη του βαποριού.
Άνοιξα την πόρτα του Mercedes και χώθηκα μέσα…

Συνεχίζεται…

Chrisgio

2 σχόλια :

Ανώνυμος είπε...

Πολύ συγκινητικό κάπτεν Χρήστο,περιμένουμε και τη συνέχεια,να σαι πάντα καλά.Αντρέας

argyriskapa@gmail.con είπε...

Αληθινή περιγραφή Καπετάνιε!