Pillar Rock
(An Indian Legend)
In the midst of the Columbia,
Tried by wave and tempest shock,
Like a gallant knight in armor,
Grand and lone, stands Pillar Rock;
And the Indians have a legend,
Handed down from days of old,
And to you I tell the story,
As to me the tale was told.
It was in the distant ages,
Many centuries ago,
Long before the grasping white man
Trod where western rivers flow;
When on shores of the Columbia,
Swelt a study, stalwart race,
Mighty warriors and fair maidens,
Large in stature, fair of face.
And the dusky Indian maidens,
With their parents, came each years,
To dig the wappatoes that grew
Beside the river clear;
And at night around the campfires,
They would sing their sweetest songs,
Of the glory of their fathers,
In the righting of their wrongs.
Now a young, impulsive warrior,
Living on the other side,
Was enchanted with the singing,
Floating far across the tide;
And each evening he, enruptured,
Listened to the music rare,
Floating far across the waters,
On the balmy evening air.
And a firm resolve was forming
In this bosom, brave and true;
Soon was fixed his earnest purpose
And he planned what he would do;
He would wade across the river,
Over the river, deep and wade,
Would select the fairest maiden,
And demand her for a bride.
When was formed his resolution,
Came the fox, of power supreme,
And advised the love-lorn warrior,
Not to try to wade the stream;
For if he should wade the river,
The offence he must atone;
Ere he past across the water,
He should surely turn to stone.
And besides, if he succeeded,
At the spot, from shore to shore,
People then could wade the river,
Until time should be no more;
This discouraging announcement,
Changed the earnest warrior's mind
And he changed his resolution,
And his ardent hopes resigned.
But that night again the singing
Wafted from the other shore,
And again the sweet enchantment
Seemed to thrill his soul the more;
And again the resolution,
Formed within his dusky breast;
He would take the chance of winning,
If he failed - to die were best.
So the next morning, bright and early,
While his comrades were asleep,
He was up and on his journey,
Through the waters, cold and deep;
But when only part way over,
Fox appeared upon the stand,
Turned to stone the hapless warrior,
Where the Pillar Rock now stands.
Thus the centuries the warrior,
Fearless, amorous and bold,
Standeth guard upon the river,
Like a warrior knight of old;
Rising high above the water,
Tried by wave tempest shock,
As a warning to his people
Grand and lone, stands Pillar Rock.
- J.A. Buchanan
Λίγο μετά την αναχώρηση από την Astoria στο δρόμο για το Longview ο πιλότος μου έδειξε ένα βράχο στη μέση του ποταμού, την ώρα που τον φωτογράφιζα. - Αυτό είναι το Pillar Rock, μου είπε.
Γύρισα προς το μέρος του κοιτάζοντάς τον με απορία σαν να του έλεγα, «συνέχισε»!
Το κατάλαβε!
Άνοιξε ένα παλιό βιβλιαράκι κι αφού βρήκε την σχετική σελίδα μου έδειξε ένα κείμενο.
Ένα ποίημα με το θρύλο του βράχου και άρχισε να μου εξιστορεί.
Του ζήτησα και σκανάρισα τη σελίδα και τώρα ήρθε η ώρα να το μοιραστώ μαζί σας.
Πέτρινος Στύλος
(Ένας Ινδιάνικος Θρύλος)
Στη μέση του Columbia, δοκιμασμένος από τα χτυπήματα των κυμάτων και της θύελλας, σαν γενναίος πάνοπλος ιππότης, μεγάλος και μόνος, στέκεται ο Πέτρινος Στύλος.
Οι Ινδιάνοι έχουν ένα παλαιό θρύλο και σου διηγούμαι την ιστορία, όπως μου ειπώθηκε.
Τους παλιούς καιρούς, πριν από πολλούς αιώνες, πολύ πριν ο άπληστος λευκός κατακτητής πατήσει εκεί όπου ρέουν οι δυτικοί ποταμοί, στις όχθες του Κολούμπια, ζούσε μια ισχυρή φυλή γενναίων πολεμιστών και όμορφων νεανίδων, ψηλών και όμορφων.
Οι μελαχρινές ινδιάνες, έρχονταν κάθε χρονιά με τους γονείς τους, για να σκάψουν τα wappatoes που καλλιεργούσαν δίπλα στο καθαρό ποτάμι και τη νύχτα γύρω από τις φωτιές, τραγουδούσαν τα πιο γλυκά τους τραγούδια, για τη δόξα των πατέρων τους,
και για το πως να βρουν το δίκιο τους.
Ένας νέος, παρορμητικός πολεμιστής, που ζούσε στην άλλη όχθη, μαγεύτηκε από το τραγούδι που έπλεε κατά μήκος της παραλίας και κάθε βράδυ μαγεμένος, άκουγε τη εκλεκτή μουσική να πλέει πέρα από τα νερά στο ζεστό βραδινό αέρα.
Μια σταθερή αποφασιστικότητα διαμορφωνόταν στο στήθος του, γενναία και αληθινή. Σύντομα αποκρυστάλλωσε τον σοβαρό σκοπό του και σχεδίασε τι θα έκανε. Θα περνούσε το βαθύ ποτάμι, θα επέλεγε την πιο όμορφη κόρη και θα της ζητούσε να γίνει γυναίκα του.
Όταν πήρε την απόφασή του, ήρθε η αλεπού της υπέρτατης δύναμης και συμβούλεψε τον ερωτοχτυπημένο πολεμιστή να μην προσπαθήσει να διασχίσει το ποτάμι. Γιατί αν ήθελε να το διασχίσει θα έπρεπε να εξιλεώσει το αδίκημα και αν αποτύχει να περάσει απέναντι στα σίγουρα θα γινόταν βράχος.
Αν όμως τα κατάφερνε, σ’ αυτό το σημείο από όχθη σε όχθη, οι άνθρωποι τότε θα μπορούσαν να διασχίσουν το ποτάμι. Αυτή η αποθαρρυντική προειδοποίηση, άλλαξε το μυαλό του πολεμιστή, την απόφασή του και παραιτήθηκε από τις ένθερμες ελπίδες του.
Όμως το ίδιο βράδυ πάλι το τραγούδι ακούστηκε από την άλλη όχθη και πάλι η γλυκιά μαγεία συγκίνησε την ψυχή του ακόμα περισσότερο. Και πάλι η απόφαση σχηματίστηκε μέσα στο μελαψό στήθος του. Θα ρίσκαρε για να κερδίσει και θα ήταν καλύτερα να πεθάνει, εάν αποτύγχανε.
Έτσι, το επόμενο πρωί, νωρίς το χάραμα, ενώ οι σύντροφοί του κοιμόταν, ξεκίνησε το ταξίδι του μέσα στα κρύα και βαθιά νερά. Αλλά στα μισά της πορείας του εμφανίστηκε η αλεπού και έκανε πέτρα τον άτυχο πολεμιστή,
εκεί που βρίσκεται τώρα ο Πέτρινος Στύλος.
Έτσι για αιώνες ο πολεμιστής, ατρόμητος, ερωτικός και τολμηρός,
στέκει φρουρός στο ποτάμι, σαν ιππότης πολεμιστής περασμένων εποχών.
Υψώνεται πάνω από το νερό και δοκιμάζεται από τα κύματα της θύελλας,
σαν προειδοποίηση προς το λαό του. Μεγάλος και μόνος, στέκεται ο Πέτρινος Στύλος.