Τρίτη 1 Απριλίου 2014

Έξοδος στην Astoria

Μοιαζει να βρισκόμαστε στη θάλασσα...
Την 10η και η 11η μέρα του Δεκέμβρη αποφασίσαμε να βγούμε σε δύο «δόσεις» στην Astoria.
Η πρώτη «φουρνιά» εν μέσω βαρυχειμωνιάς το μεσημέρι της 10ης του μηνός πήδηξε στη λάντζα (βάρκα). Τους έβλεπα από το φινιστρίνι και μονολογούσα, «αν κι αύριο είναι σε τέτοιο χάλι ο καιρός θα μείνω στο καράβι». Επέστρεψαν στο πλοίο στις 8 το βράδυ όλοι τους ευχαριστημένοι. Άλλοι για τα ψώνια, άλλοι για το φαγητό σε ρεστοράν της πόλης, άλλοι απλώς για τη βόλτα έστω και στο καταχείμωνο, για την αλλαγή, τη γείωση, την απολαμαρινίαση.

Η καλή μέρα απ’ το πρωί φαίνεται. Η επομένη ήταν μια κρύα αλλά λαμπρή μέρα. Που είχε πάει εκείνη η «μούχλα», η υγρασία! Η δεύτερη ομάδα εξόδου, οι 2 δόκιμοι, ο μάγειρας, ο ανθυποπλοίαρχος και 3 Φιλιππίνοι ναύτες, ήμασταν πιο τυχεροί.
... κι όμως είναι ποτάμι, ο Columbia.
Εκεί λίγο μετά το μεσημέρι βρεθήκαμε στη λάντζα και 10 λεπτά αργότερα πατούσαμε στην αποβάθρα της Astoria. Μπήκαμε στο ταξί που περίμενε, στην… πιάτσα! Περάσαμε κάτω από την γέφυρα της οποίας οι πυλώνες ειχαν τα θεμέλιά τους μέσα στη πόλη και λίγο αργότερα στρίβοντας όλο αριστερά βρεθήκαμε πάνω της. Από το Oregon κατευθυνόμασταν προς την Washington.
H γέφυρα της Astoria. Στο βάθος η Washington* (φωτογραφία Google).
H Astoria* (φωτογραφία Google)
Λίγα λεπτά αργότερα φτάσαμε στο mall της περιοχής. Το ταξί σταμάτησε μπροστά σ’ ένα από τα μεγάλα καταστήματα. Μπήκαμε μέσα. Τίποτα το ιδιαίτερο. Εδώ κατάλαβα τη διαφορά πόλης και χωριού στην Αμερική. Χαμηλής ποιότητας και παλαιομοδίτικα ρούχα, κυρίως εργασίας, διάφορα εργαλεία, είδη ψαρικής. Για δε τα ηλεκτρονικά, ρολόγια  και κοσμήματα μερικά «κομμάτια» μετρημένα στα δάκτυλα.
Super Scan
Ταμείο...
... χωρίς ταμία!
 Αυτό που έβλεπα πρώτη φορά ήταν τα αυτόματα ταμεία, τα super scan. Οι ταμίες ελάχιστοι. Ο καθένας πελάτης μόνος του «χτυπούσε» τα προϊόντα, ενώ το μηχάνημα λογάριαζε, έκοβε αποδείξεις, έδινε ρέστα.

Παρακολουθώντας του υπόλοιπους να κάνουν τα ψώνια τους περιφερόμενοι στους διαδρόμους του super και προσθέτοντας στα καλάθια τους ότι τους γυάλιζε, έπιασα στα χέρια μου μια μπάλα του baseball. Αγαπώ πολύ αυτό το άθλημα αλλά ποτέ δεν είχα μια γνήσια μπάλα του. Έδωσα 4 δολάρια και το αγόρασα! Πλήρωσα στο παραδοσιακό ταμείο και περίμενα υπομονετικά για την επόμενη φάση της εξόδου, το φαγητό, το οποίο θα αργούσε ακόμα!
Και το... απωθημένο μου! Το μπαλάκι του Baseball!
Βγήκαμε από το συγκεκριμένο κατάστημα με κατεύθυνση προς τα επόμενα. Ίδια εικόνα, ίδια προϊόντα, περίπου ίδιες τιμές. Βλέπαμε κι άλλα καταστήματα αλλά δεν βλέπαμε την πρόσβαση προς αυτά. Μας χώριζε ένα μικρό ποτάμι που μάλλον κατέληγε στον Κολούμπια. Βρήκαμε καμιά 200ριά μέτρα παρακάτω τη γέφυρα και περάσαμε απέναντι. Το ποταμάκι ήταν παγωμένο.

Ο μάγειρας ήρθε κοντά και μου είπε: «Καλά θα ήταν να βρίσκαμε κανένα κουρείο».
Δεν ήταν κακή ιδέα και για μένα. Τα μαλλιά μου είχαν μακρύνει.
Κι ένα συμβατικό ταμείο.
Λίγο παρακάτω μπήκαμε κάτω από ένα υπόστεγο στην αρχή από μια σειρά καταστημάτων. Το πρώτο ήταν ένα της ΑΤ&Τ. Μπήκαμε να ρωτήσουμε για τιμές κυρίως του iPhone 5S. Επτακόσια δολάρια το 16GB και κλειδωμένο, για χρήση αποκλειστικά στην Αμερική. Σίγουρα στο Portland υπό καθεστώς tax free θα ήταν φθηνότερο, αλλά πάλι κλειδωμένο θα ήταν!

Βγαίνοντας πάλι στο δρόμο… «συνήλθα».
«Τι το θέλεις το iPhone;» αναρωτήθηκα.
Τελικά αυτό το shopping therapy είναι πολύ ανθυγιεινό για τη τσέπη!
Καλά που κάνουν οι Αμερικάνοι και το έχουν κλειδωμένο!...
Γιατί στην Ελλάδα τέτοια λεφτά δεν θα τα έδινα πότε να το αγοράσω.
Από τη μια όχθη στην άλλη.
Δύο μαγαζιά πιο κάτω έγινε πραγματικότητα η επιθυμία του μάγειρα. Κουρείο εν όψει!
«Πάμε» μου είπε;
«Για πήγαινε ρώτα αν μπορούν να μας κουρέψουν τώρα, χωρίς καθυστέρηση».
Μπήκε μέσα και σε δευτερόλεπτα ξαναβγήκε.
«Είναι κάποιος γνωστός σου μέσα» μου είπε χαμογελώντας.
«Έχει γούστο!...» είπα από μέσα μου και μπήκα με περιέργεια στο κουρείο.
Εκεί ήρθαν τα πράγματα στη θέση τους και γυρνώντας προς τη τζαμαρία είδα το μάγειρα να γελάει.
Ήταν η πράκτορας του πλοίου με τα δυο μικρά παιδιά της. Ανταλλάξαμε μερικές κουβέντες. Λίγο αργότερα με τα παιδιά της κουρεμένα μας αποχαιρέτησε αφού πρώτα μας πρότεινε το καλύτερο ρεστοράν στο κέντρο της πόλης.
Κάτω από την παγωμένη επιφάνειά του...
Το κούρεμα στοίχησε 17 δολάρια στον καθένα μας, περίπου 12 ευρώ. Έτσι για να θυμόμαστε, να κάνουμε συγκρίσεις και να αναρωτιόμαστε γιατί στην Ελλάδα, δεν ξέρω τώρα, αλλά πριν μερικά χρόνια για την ίδια δουλεία πληρώναμε 20 ακόμα και 30 ευρώ, για να μην πω ακόμα παραπάνω. Τίποτα σ’ αυτό τον κόσμο δεν είναι τυχαίο. Πληρώσαμε και βγήκαμε πάλι στο ψοφόκρυο αφού είχε ήδη νυχτώσει και η θερμοκρασία υποχωρούσε γρήγορα.

Λίγο παρακάτω οι δύο δόκιμοι, στο δικό τους νεανικό ρυθμό, αποφάσισαν να συνεχίσουν μόνοι τους.
«Πάμε για χάμπουργκερ» μας είπαν, λες και μιλούσαν για χαβιάρι και καπνιστό σολομό!
Τους αφήσαμε πίσω μας έξω από το άδειο και «κρύο» fast food-άδικο. Θα του συναντούσαμε αργότερα στη λάντζα της επιστροφής.

Όμως Αμερική, ευτυχώς, δεν είναι μόνο τα πλαστικά μπιφτέκια και οι προτηγανισμένες πατάτες.
... ρέει προς τον Columbia.
Το γεμάτο κόσμο εστιατόριο που καταλήξαμε 15 λεπτά αργότερα οι υπόλοιποι τρεις, ήταν ένας άλλος κόσμος. Ξεχωριστό στυλ, φωτισμός, χριστουγεννιάτικα στολίδια και ατμόσφαιρα, καλή μουσική σε ένταση που δεν ενοχλούσε,. Ο κόσμος κουβέντιαζε χαμηλοφώνως και απολάμβανε το φαγητό του χωρίς να ενοχλεί το διπλανό τραπέζι. Πολιτισμός! Με την πάροδο του χρόνου εκτιμήσαμε το άριστο σέρβις και κυρίως το ποιοτικό φαγητό.

Τρεις... ταξιδευτές μετά την εξοντωτική ταλαιπωρία των λιμανιών της Κίνας, το χάος του Γιανγκ Τσε Γιανγκ, το πέρασμα του χειμωνιάτικου Ειρηνικού Ωκεανού, την έστω και ήρεμη απομόνωση του αγκυροβολίου της Astoria, απόλαυσαν ένα υπέροχο δείπνο, αποτελούμενο από τέσσερις τεράστιες μπριζόλες, περίπου 500 γραμμάρια η καθεμιά, εκπληκτικής νοστιμιάς και παρουσίασης, 3 σαλάτες, 6 μπύρες σε ποτήρια που έμοιαζαν με βαρέλια και 5-6 γλυκά και παγωτά ανάλογης ποιότητας, ποσότητας και γεύσης.
Μετά από καιρό και οι τρείς τους, έγραψαν κάτι ευχάριστο στο «ημερολόγιο της ζωής τους» πριν γυρίσουν στην πλωτή φυλακή τους.

Και όλα αυτά στην τιμή των 105 δολαρίων, περίπου 78 ευρώ και με… απόδειξη!
Οι ναυτικοί όταν βγαίνουν στα λιμάνια, οποιαδήποτε είδους διασκέδαση κι αν διαλέξουν, δεν σκέφτονται, στην πλειονότητά τους, την οικονομία. Δεν έχει σημασία για μας αν ένα γεύμα θα στοιχίσει 20, 40, 100 ή 200 δολάρια αφού αυτό θα συμβεί μια φορά το μήνα στην καλύτερη περίπτωση. Σημασία είναι να περάσουμε καλά για μερικές ώρες.

Η αναφορά μου στις τιμές γίνεται μόνο για λόγους σύγκρισης.
Αλήθεια πόσο στοιχίζει ένα τέτοιο δείπνο σε ανάλογο ελληνικό ρεστοράν;

Που αρμενίζαμε τόσα χρόνια; Που έχουμε φτάσει; Που πηγαίνουμε;
Στα βαπόρια υπάρχουν στόχοι! Κάβοι, νησιά, στενά, διώρυγες, λιμάνια!
Στην Ελλάδα σαν χώρα και σαν πολίτες έχουμε σημαδέψει σε κάτι που να μοιάζει με στόχο; Ή ακόμα το ψάχνουμε;

Κοίταξα το ρολόι μου, 7 και 10 το βράδυ. Πότε πέρασαν 2+ ώρες! Δεν το καταλάβαμε!
Έπρεπε να είμαστε στην αποβάθρα στις 7μιση.
Αχ αυτή η βίαιη αλλαγή ψυχολογίας! Σε χρόνο μηδέν και από την ξενοιασιά ξανά στο ρυθμό του πλοίου, σκοτώνει!
Στις 8 ήμουν πάλι μόνος στο δωμάτιό μου!

Συνεχίζεται…

Chrisgio

ΥΓ: Ώρες-ώρες δεν καταλαβαίνω τι μου συμβαίνει και ξεχνάω την κάμερά μου στην τσέπη.

1 σχόλιο :

KANTHAR0S είπε...

Γεια σου, καπετάνιε με τις μπριζόλες σου και τις μπύρες σου!